Δεν μπορούμε να ξαναγυρίσουμε πίσω-πάει, τελείωσε. Τα περασμένα είναι ακόμα πολύ κοντινά.
Η Ρεβέκκα (1938) της Δάφνης ντυ Μωριέ και το Ξενοδοχείο Forest Park στις Πλάτρες.
Η έκθεση έχει τη μορφή καλλιτεχνικών παρεμβάσεων στους χώρους του ιστορικού ξενοδοχείου Forest Park στην κοινότητα των Πλατρών, από τους διδάσκοντες και τις διδάσκουσες εικαστικούς του Τμήματος Καλών Τεχνών του ΤΕΠΑΚ. Σε διοργάνωση της επικεφαλής του Τμήματος, Καθηγήτριας Κλίτσας Αντωνίου, το συγκεκριμένο καλλιτεχνικό γεγονός επιδιώκει να συνδυάσει τη γόνιμη δημιουργικότητα των εικαστικών με την πλούσια ιστορία του ξενοδοχείου.
Στόχος της έκθεσης είναι να αναδείξει το αποικιακό και μεταποικιακό παρελθόν του ξενοδοχείου και, κατ’ επέκταση, των διακεκριμένων θαμώνων του και της Κύπρου. Η εικαστική αυτή παρέμβαση παίρνει αφορμή από το γεγονός ότι η Αγγλίδα συγγραφέας και εξέχουσα εκπρόσωπος της λεγόμενης γοτθικής μυθοπλασίας Δάφνη ντυ Μωριέ, παραθέρισε στο ξενοδοχείο, ενώ σύμφωνα με ορισμένες αφηγήσεις συνέγραψε εκεί μέρος του μυθιστορήματός της Ρεβέκκα (1936). Το μυθιστόρημα διανθίζεται, εξάλλου, με πλάγιες αναφορές στο ξενοδοχείο Forest Park και στο κυπριακό τοπίο.
Η έκθεση πραγματεύεται ορισμένα από τα κεντρικά θέματα του βιβλίου της ντυ Μωριέ, όπως είναι η αντίθεση ανάμεσα στην εμμονική αγάπη και το μίσος, η μνήμη και η νοσταλγία για τα περασμένα, η κοινωνική θέση της γυναίκας, αλλά και το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο ολοκληρώθηκε το μυθιστόρημα - δηλαδή η Κύπρος του μεσοπολέμου και της βρετανικής αποικιοκρατίας. Χωμένο στις βουνοπλαγιές των Πλατρών, το ξενοδοχείο μάς θυμίζει αυτό που ο Gaston Bachelard έχει περιγράψει στο έργο του The Poetics of Space (1958) ως «τη γαλήνια φωλιά και το παλιό σπίτι που συνυφαίνουν τον ρωμαλέο ιστό της οικειότητας στον αργαλειό του ονείρου». Συνεχίζει: «Αν επιστρέψουμε στο παλιό σπίτι όπως επιστρέφουμε σε φωλιά, είναι επειδή οι αναμνήσεις είναι όνειρα, επειδή το αλλοτινό σπίτι έχει γίνει μια μεγεθυσμένη εικόνα χαμένης οικειότητας».
Τα έργα τέχνης στη συγκεκριμένη έκθεση επιχειρούν να λειτουργήσουν ώστε να απελευθερωθούν οι αναμνήσεις του ξενοδοχείου ως χώρου, χρησιμοποιώντας διάφορα καλλιτεχνικά μέσα όπως ζωγραφική, δυσδιάστατες και τρισδιάστατες εγκαταστάσεις, ήχο, μουσική, βίντεο και ψηφιακές προβολές. Αυτό που επιδιώκουν να πετύχουν δεν είναι η απλή αναπαράσταση ή σύλληψη αλλά, όπως ισχυρίζεται ο Gilles Deleuze στο έργο Francis Bacon: The Logic of Sensation (2002) «να απευθυνθούν σε προβλήματα και προκλήσεις» και «να παραγάγουν αισθήσεις, θυμικές αντιδράσεις και εντάσεις». Γι’ αυτό, άλλωστε, και τα έργα διακόπτουν τη χωροταξία του ξενοδοχείου και του ιστορικού του ερείσματος, προκειμένου να προκαλέσουν τον επισκέπτη να (ανα)θεωρήσει την πολυσχιδή, διαπολιτισμική ιστορία και το μνημονικό απόθεμα του ξενοδοχείου και του περιβάλλοντος χώρου.
Η ιστορία της βρετανικής αποικιοκρατίας στην Κύπρο και η επιστράτευση της οροσειράς του Τροόδους ως αρχηγείου των αποικιακών δυνάμεων, καθώς και η ανάπτυξη της περιοχής ως τουριστικού θέρετρου για Βρετανούς απόδημους στη Μέση Ανατολή, προσφέρει ένα επιπρόσθετο στρώμα ιστορικού υλικού που απασχολεί τους καλλιτέχνες, παράλληλα με το διαπολιτισμικό υπόβαθρο του ξενοδοχείου: κτίστηκε από την οικογένεια Σκυρανίδη, Κυπρίων της Αιγύπτου, που παραμένουν οι ιδιοκτήτες, σε σχέδιο του νεωτεριστή Ισραηλινού αρχιτέκτονα Samuel Barkai (1898-1975). Σήμερα, το ξενοδοχείο αξιοποιεί αφ’ ενός τη νοσταλγία του παρελθόντος που, στην προκειμένη περίπτωση, είναι το αποικιακό παρελθόν της νήσου, και αφ’ετέρου τη φήμη της ντυ Μωριέ προκειμένου να ανεγείρει ένα επινοημένο παρελθόν που έρχεται σε αντίθεση με τον περιβάλλοντα χώρο και τα μνημεία και κρησφύγετα των αγωνιστών του απελευθερωτικού αγώνα. Κατά συνέπεια, ο τόπος του ξενοδοχείου αναδεικνύεται σε σημείο σύγκρουσης ανάμεσα σε δύο πτυχές της κυπριακής ιστορίας.
Κάθε επισκέπτης της έκθεσης προσκαλείται να μεταφέρει προσωπικές ιστορίες και αναμνήσεις στον χώρο του Forest Park και να ακολουθήσει το δικό του ταξίδι μέσα από τα έργα τέχνης που θα είναι διάσπαρτα στις εγκαταστάσεις του ξενοδοχείου, βιώνοντας έτσι μια ιδιαίτερη συγκινησιακή εμπειρία.
Συμμετέχουν οι καλλιτέχνες: Έβελυν Αναστασίου, Κλίτσα Αντωνίου, Παναγιώτης Δουκανάρης, Ελίνα Ιωάννου, Κυριάκος Κουσουλίδης, Μελίτα Κούτα, Γιάννος Οικονόμου, Ανδρέας Σάββα, Νίκος Σύννος,Σιμώνη Φιλίππου, Γιούλα Χατζηγεωργίου, Γιάννης Χρηστίδης.
Έναρξη έκθεσης: Κυριακή, 20 Δεκεμβρίου 2020
Διάρκεια: Δεκέμβριος - Μάιος 2021
Θετικά τα αποτελέσματα της εκπαίδευσης φοιτητών για θέματα ρητορικής μίσους
Δεν μπορούμε να ξαναγυρίσουμε πίσω-πάει, τελείωσε. Τα περασμένα είναι ακόμα πολύ κοντινά.
Η Ρεβέκκα (1938) της Δάφνης ντυ Μωριέ και το Ξενοδοχείο Forest Park στις Πλάτρες.
Η έκθεση έχει τη μορφή καλλιτεχνικών παρεμβάσεων στους χώρους του ιστορικού ξενοδοχείου Forest Park στην κοινότητα των Πλατρών, από τους διδάσκοντες και τις διδάσκουσες εικαστικούς του Τμήματος Καλών Τεχνών του ΤΕΠΑΚ. Σε διοργάνωση της επικεφαλής του Τμήματος, Καθηγήτριας Κλίτσας Αντωνίου, το συγκεκριμένο καλλιτεχνικό γεγονός επιδιώκει να συνδυάσει τη γόνιμη δημιουργικότητα των εικαστικών με την πλούσια ιστορία του ξενοδοχείου.
Στόχος της έκθεσης είναι να αναδείξει το αποικιακό και μεταποικιακό παρελθόν του ξενοδοχείου και, κατ’ επέκταση, των διακεκριμένων θαμώνων του και της Κύπρου. Η εικαστική αυτή παρέμβαση παίρνει αφορμή από το γεγονός ότι η Αγγλίδα συγγραφέας και εξέχουσα εκπρόσωπος της λεγόμενης γοτθικής μυθοπλασίας Δάφνη ντυ Μωριέ, παραθέρισε στο ξενοδοχείο, ενώ σύμφωνα με ορισμένες αφηγήσεις συνέγραψε εκεί μέρος του μυθιστορήματός της Ρεβέκκα (1936). Το μυθιστόρημα διανθίζεται, εξάλλου, με πλάγιες αναφορές στο ξενοδοχείο Forest Park και στο κυπριακό τοπίο.
Η έκθεση πραγματεύεται ορισμένα από τα κεντρικά θέματα του βιβλίου της ντυ Μωριέ, όπως είναι η αντίθεση ανάμεσα στην εμμονική αγάπη και το μίσος, η μνήμη και η νοσταλγία για τα περασμένα, η κοινωνική θέση της γυναίκας, αλλά και το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο ολοκληρώθηκε το μυθιστόρημα - δηλαδή η Κύπρος του μεσοπολέμου και της βρετανικής αποικιοκρατίας. Χωμένο στις βουνοπλαγιές των Πλατρών, το ξενοδοχείο μάς θυμίζει αυτό που ο Gaston Bachelard έχει περιγράψει στο έργο του The Poetics of Space (1958) ως «τη γαλήνια φωλιά και το παλιό σπίτι που συνυφαίνουν τον ρωμαλέο ιστό της οικειότητας στον αργαλειό του ονείρου». Συνεχίζει: «Αν επιστρέψουμε στο παλιό σπίτι όπως επιστρέφουμε σε φωλιά, είναι επειδή οι αναμνήσεις είναι όνειρα, επειδή το αλλοτινό σπίτι έχει γίνει μια μεγεθυσμένη εικόνα χαμένης οικειότητας».
Τα έργα τέχνης στη συγκεκριμένη έκθεση επιχειρούν να λειτουργήσουν ώστε να απελευθερωθούν οι αναμνήσεις του ξενοδοχείου ως χώρου, χρησιμοποιώντας διάφορα καλλιτεχνικά μέσα όπως ζωγραφική, δυσδιάστατες και τρισδιάστατες εγκαταστάσεις, ήχο, μουσική, βίντεο και ψηφιακές προβολές. Αυτό που επιδιώκουν να πετύχουν δεν είναι η απλή αναπαράσταση ή σύλληψη αλλά, όπως ισχυρίζεται ο Gilles Deleuze στο έργο Francis Bacon: The Logic of Sensation (2002) «να απευθυνθούν σε προβλήματα και προκλήσεις» και «να παραγάγουν αισθήσεις, θυμικές αντιδράσεις και εντάσεις». Γι’ αυτό, άλλωστε, και τα έργα διακόπτουν τη χωροταξία του ξενοδοχείου και του ιστορικού του ερείσματος, προκειμένου να προκαλέσουν τον επισκέπτη να (ανα)θεωρήσει την πολυσχιδή, διαπολιτισμική ιστορία και το μνημονικό απόθεμα του ξενοδοχείου και του περιβάλλοντος χώρου.
Η ιστορία της βρετανικής αποικιοκρατίας στην Κύπρο και η επιστράτευση της οροσειράς του Τροόδους ως αρχηγείου των αποικιακών δυνάμεων, καθώς και η ανάπτυξη της περιοχής ως τουριστικού θέρετρου για Βρετανούς απόδημους στη Μέση Ανατολή, προσφέρει ένα επιπρόσθετο στρώμα ιστορικού υλικού που απασχολεί τους καλλιτέχνες, παράλληλα με το διαπολιτισμικό υπόβαθρο του ξενοδοχείου: κτίστηκε από την οικογένεια Σκυρανίδη, Κυπρίων της Αιγύπτου, που παραμένουν οι ιδιοκτήτες, σε σχέδιο του νεωτεριστή Ισραηλινού αρχιτέκτονα Samuel Barkai (1898-1975). Σήμερα, το ξενοδοχείο αξιοποιεί αφ’ ενός τη νοσταλγία του παρελθόντος που, στην προκειμένη περίπτωση, είναι το αποικιακό παρελθόν της νήσου, και αφ’ετέρου τη φήμη της ντυ Μωριέ προκειμένου να ανεγείρει ένα επινοημένο παρελθόν που έρχεται σε αντίθεση με τον περιβάλλοντα χώρο και τα μνημεία και κρησφύγετα των αγωνιστών του απελευθερωτικού αγώνα. Κατά συνέπεια, ο τόπος του ξενοδοχείου αναδεικνύεται σε σημείο σύγκρουσης ανάμεσα σε δύο πτυχές της κυπριακής ιστορίας.
Κάθε επισκέπτης της έκθεσης προσκαλείται να μεταφέρει προσωπικές ιστορίες και αναμνήσεις στον χώρο του Forest Park και να ακολουθήσει το δικό του ταξίδι μέσα από τα έργα τέχνης που θα είναι διάσπαρτα στις εγκαταστάσεις του ξενοδοχείου, βιώνοντας έτσι μια ιδιαίτερη συγκινησιακή εμπειρία.
Συμμετέχουν οι καλλιτέχνες: Έβελυν Αναστασίου, Κλίτσα Αντωνίου, Παναγιώτης Δουκανάρης, Ελίνα Ιωάννου, Κυριάκος Κουσουλίδης, Μελίτα Κούτα, Γιάννος Οικονόμου, Ανδρέας Σάββα, Νίκος Σύννος,Σιμώνη Φιλίππου, Γιούλα Χατζηγεωργίου, Γιάννης Χρηστίδης.
Έναρξη έκθεσης: Κυριακή, 20 Δεκεμβρίου 2020
Διάρκεια: Δεκέμβριος - Μάιος 2021