Πριν ξεκινήσει για τα καλά ο χειμώνας και ήδη ακραία καιρικά φαινόμενα είδαμε να συμβαίνουν στην Κύπρο και σε πολλές χώρες της Μεσογείου. Αυτό που βιώνουμε συμφωνεί με τις επιστημονικές μελέτες των τελευταίων δεκαετιών. Όπως αναφέρει και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος επί του θέματος, «οι ανθρωπογενείς εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου φαίνεται να δημιουργούν αύξηση της θερμοκρασίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό με τη σειρά του προκαλεί την αύξηση της έντασης και της συχνότητας των ακραίων καιρικών φαινομένων, την άνοδο της στάθμης της θάλασσας, ολοένα και μεγαλύτερες πιέσεις στο φυσικό περιβάλλον, την κοινωνία και την υγεία του ανθρώπου»
Οι επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή μπορούν να έχουν έμμεσες επιπτώσεις στην υγεία. Σήμερα ξέρουμε ότι οι αλλαγές στη θερμοκρασία, μεταξύ άλλων πολυπαραγοντικών ανθρωπογενών πιέσεων, επηρεάζουν πρώτα από όλα το φυσικό μας περιβάλλον. Επομένως είναι αναπόφευκτο να μην επηρεάσει και εμάς ως αναπόσπαστο μέρος του. Ένα απλό παράδειγμα είναι η επανεμφάνιση «τροπικών» μεταδιδόμενων νόσων με κουνούπια-διαβιβαστές όπως είναι ο ιός chikungunya και στην Ευρώπη κυρίως την τελευταία δεκαετία.
Στο συγκεκριμένο παράδειγμα η κλιματική αλλαγή και η αυξανόμενη μετακίνηση αγαθών και πληθυσμού συντελούν στο να δημιουργηθούν νέες περιβαλλοντικές συνθήκες. Αυτές μπορούν να ευνοούν στην εγκατάσταση νέων ειδών κουνουπιών ή στον πολλαπλασιασμό άλλων ντόπιων ειδών κουνουπιών που βρίσκουν πιο ευνοϊκές αυτές τις νέες περιβαλλοντικές συνθήκες. Μαζί με αυτά και τα παράσιτα, βακτήρια ή ιοί που μπορούν να μεταφέρουν. Επομένως και οι ασθένειες που μπορούν να προκαλέσουν. Μπορεί να ακούγεται πολύ ακραίο αλλά έχουμε βιώσει την αντικατάσταση ενός είδους από άλλο ή και την εξαφάνισή του. Και δυστυχώς σήμερα, πολλές φορές ο καθοριστικός παράγοντας που εντείνει το φαινόμενο σχετίζεται με τις ανθρωπογενείς δραστηριότητες που δεν σέβονται τα όρια του πλανήτη.
Υπάρχουν διάφορα επίπεδα δράσης από το παγκόσμιο στο τοπικό. Πολύ σημαντική εξέλιξη σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι η υιοθέτηση του πενταετούς προγράμματος της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με επίκεντρο την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία με δράσεις για αντιμετώπιση κρίσεων στο κλίμα και τη βιοποικιλότητα. Αυτές οι δράσεις ήταν αποτέλεσμα πολλών πολιτών σε παγκόσμιο επίπεδο, οι οποίοι θεωρούν ότι τα μέτρα που λαμβάνονται σήμερα δεν είναι αρκετά. Αυτό αμέσως δημιουργεί ένα επιπλέον μοχλό πίεσης για τη χώρα μας για να ληφθούν αποφασιστικά μέτρα σε αυτούς τους τομείς.
Σε εθνικό και τοπικό επίπεδο είναι αρκετά αυτά που μπορούμε να κάνουμε ακόμη για την αντιμετώπιση αυτών που προαναφέρονται με σημαντικές αλλαγές στον τρόπο που διαχειριζόμαστε τις κρίσεις γενικότερα. Χρειάζεται να προλαβαίνουμε τις κρίσεις, παρά να προσπαθούμε να τις μετριάσουμε. Έστω και αν αυτό μπορεί να συνοδεύεται με κάποιο πολιτικό κόστος. Υπάρχουν αρκετά παραδείγματα που μας επιβεβαιώνουν ότι το οικονομικό κόστος μετριασμού μιας επιδημίας μπορεί να είναι πολλαπλάσιο από το οικονομικό κόστος της εφαρμογής των μέτρων για την προφύλαξη από την εν λόγω επιδημία.
Για να κτίσω στο πιο πάνω παράδειγμα, θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικό και ασφαλές για την υγεία μας σε τοπικό και εθνικό επίπεδο να γνωρίζουμε ανά πάσα στιγμή τι είδη κουνουπιών και σε τι αριθμό υπάρχουν σε περιοχές ψηλού κινδύνου ή αυξημένου ενδιαφέροντος, παρά να εστιάζουμε κυρίως σε μέτρα αντιμετώπισης. Δηλαδή χρειαζόμαστε να γνωρίζουμε τι είδη κουνουπιών θέλουμε να διαχειριστούμε, ποια η εξάπλωσή τους, ποια η πυκνότητά τους, ποιοι παράγοντες επηρεάζουν τα είδη ενδιαφέροντος και πόσο αποδοτικά είναι τα μέτρα που λαμβάνονται μέχρι στιγμής. Δυστυχώς η τελευταία καταγραφή όλων των ειδών κουνουπιών που έχουμε έγινε πριν μια δεκαετία και από τότε πολλά έχουν αλλάξει που να δικαιολογούν διαφορετική εξάπλωση των ειδών. Επίσης δεν έχουμε ποσοτικά κριτήρια με τα οποία να αξιολογούμε την αποδοτικότητα των δράσεων μας. Αυτό θα οδηγούσε στον καλύτερο σχεδιασμό και ιεράρχηση των δράσεων, με τελικά πιο αποτελεσματικά προγράμματα διαχείρισης των πληθυσμών. Σε αυτό υπάρχει μεγάλο πεδίο συνεργασίας μεταξύ πολιτείας και ακαδημαϊκών ιδρυμάτων.
Πολύ σημαντικό όμως για να δίνονται προτεραιότητα σε αυτά τα θέματα είναι να το ζητούν οι πολίτες. Δηλαδή να μην εφησυχάζεται ο πολίτης μόνο όταν βλέπει να γίνονται ψεκασμοί με αεροπλάνα, αλλά να ρωτά καθόλη τη διάρκεια της χρονιάς πώς παρακολουθούνται αυτοί οι πληθυσμοί και αν έχουμε κάνει ως πολιτεία όλα τα προηγούμενα στάδια για να ελαχιστοποιήσουμε τη χρήση τόσο έντονα επεμβατικών δράσεων για τη διαχείριση αυτών των θεμάτων. Και για να μπορούν να το κάνουν αυτό οι πολίτες χρειάζεται να είναι εγγράμματοι σε θέματα περιβαλλοντικής επιστήμης και τεχνολογίας. Αυτό θα δημιουργούσε την απαραίτητη πίεση σε αυτούς που λαμβάνουν αποφάσεις να επενδύουν με πιο ομοιόμορφο τρόπο σε όλα τα στάδια της παρακολούθησης και διαχείρισης.
Στα πλαίσια του προγράμματος ΑΙΓΙΣ με τίτλο «Ανάπτυξη Διασυνοριακού Ολοκληρωμένου Καινοτόμου Ευφυούς Συστήματος Διαχείρισης Πόρων, Λήψης Αποφάσεων και Εκπαίδευσης στην Αντιμετώπιση Φυσικών και Τεχνολόγικων Καταστροφών και Ανθρωπογενών και Κοινωνικών Κρίσεων» ετοιμάζουμε μοντέλα πρόβλεψης, με τα οποία θα γίνεται εκτίμηση με ποσοτικούς όρους για τον κίνδυνο επανεμφάνισης ελονοσίας και του ιού του Δυτικού Νείλου με τα υπάρχοντα δημοσιευμένα δεδομένα. Αυτά τα εργαλεία στη συνέχεια θα είναι διαθέσιμα για να ξαναχρησιμοποιηθούν κάθε φορά που υπάρχουν νέα δεδομένα.
Ενεργός είναι και ο ρόλος μας όσον αφορά τη δημιουργία των μελλοντικών εγγράμματων πολιτών αλλά και στην παραγωγή εφαρμοσμένων εργαλείων που να βοηθούν στη λήψη αποφάσεων με αντικειμενικά και μετρήσιμα κριτήρια.
της Δρ Μάρλεν Ι. Βάσκες Ειδικό Εκπαιδευτικό Προσωπικό
Τμήμα Χημικής Μηχανικής, Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου
Τα ακραία καιρικά φαινόμενα και πιθανές επιπλοκές στην καθημερινή μας ζωή
Πριν ξεκινήσει για τα καλά ο χειμώνας και ήδη ακραία καιρικά φαινόμενα είδαμε να συμβαίνουν στην Κύπρο και σε πολλές χώρες της Μεσογείου. Αυτό που βιώνουμε συμφωνεί με τις επιστημονικές μελέτες των τελευταίων δεκαετιών. Όπως αναφέρει και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος επί του θέματος, «οι ανθρωπογενείς εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου φαίνεται να δημιουργούν αύξηση της θερμοκρασίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό με τη σειρά του προκαλεί την αύξηση της έντασης και της συχνότητας των ακραίων καιρικών φαινομένων, την άνοδο της στάθμης της θάλασσας, ολοένα και μεγαλύτερες πιέσεις στο φυσικό περιβάλλον, την κοινωνία και την υγεία του ανθρώπου»
Οι επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή μπορούν να έχουν έμμεσες επιπτώσεις στην υγεία. Σήμερα ξέρουμε ότι οι αλλαγές στη θερμοκρασία, μεταξύ άλλων πολυπαραγοντικών ανθρωπογενών πιέσεων, επηρεάζουν πρώτα από όλα το φυσικό μας περιβάλλον. Επομένως είναι αναπόφευκτο να μην επηρεάσει και εμάς ως αναπόσπαστο μέρος του. Ένα απλό παράδειγμα είναι η επανεμφάνιση «τροπικών» μεταδιδόμενων νόσων με κουνούπια-διαβιβαστές όπως είναι ο ιός chikungunya και στην Ευρώπη κυρίως την τελευταία δεκαετία.
Στο συγκεκριμένο παράδειγμα η κλιματική αλλαγή και η αυξανόμενη μετακίνηση αγαθών και πληθυσμού συντελούν στο να δημιουργηθούν νέες περιβαλλοντικές συνθήκες. Αυτές μπορούν να ευνοούν στην εγκατάσταση νέων ειδών κουνουπιών ή στον πολλαπλασιασμό άλλων ντόπιων ειδών κουνουπιών που βρίσκουν πιο ευνοϊκές αυτές τις νέες περιβαλλοντικές συνθήκες. Μαζί με αυτά και τα παράσιτα, βακτήρια ή ιοί που μπορούν να μεταφέρουν. Επομένως και οι ασθένειες που μπορούν να προκαλέσουν. Μπορεί να ακούγεται πολύ ακραίο αλλά έχουμε βιώσει την αντικατάσταση ενός είδους από άλλο ή και την εξαφάνισή του. Και δυστυχώς σήμερα, πολλές φορές ο καθοριστικός παράγοντας που εντείνει το φαινόμενο σχετίζεται με τις ανθρωπογενείς δραστηριότητες που δεν σέβονται τα όρια του πλανήτη.
Υπάρχουν διάφορα επίπεδα δράσης από το παγκόσμιο στο τοπικό. Πολύ σημαντική εξέλιξη σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι η υιοθέτηση του πενταετούς προγράμματος της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με επίκεντρο την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία με δράσεις για αντιμετώπιση κρίσεων στο κλίμα και τη βιοποικιλότητα. Αυτές οι δράσεις ήταν αποτέλεσμα πολλών πολιτών σε παγκόσμιο επίπεδο, οι οποίοι θεωρούν ότι τα μέτρα που λαμβάνονται σήμερα δεν είναι αρκετά. Αυτό αμέσως δημιουργεί ένα επιπλέον μοχλό πίεσης για τη χώρα μας για να ληφθούν αποφασιστικά μέτρα σε αυτούς τους τομείς.
Σε εθνικό και τοπικό επίπεδο είναι αρκετά αυτά που μπορούμε να κάνουμε ακόμη για την αντιμετώπιση αυτών που προαναφέρονται με σημαντικές αλλαγές στον τρόπο που διαχειριζόμαστε τις κρίσεις γενικότερα. Χρειάζεται να προλαβαίνουμε τις κρίσεις, παρά να προσπαθούμε να τις μετριάσουμε. Έστω και αν αυτό μπορεί να συνοδεύεται με κάποιο πολιτικό κόστος. Υπάρχουν αρκετά παραδείγματα που μας επιβεβαιώνουν ότι το οικονομικό κόστος μετριασμού μιας επιδημίας μπορεί να είναι πολλαπλάσιο από το οικονομικό κόστος της εφαρμογής των μέτρων για την προφύλαξη από την εν λόγω επιδημία.
Για να κτίσω στο πιο πάνω παράδειγμα, θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικό και ασφαλές για την υγεία μας σε τοπικό και εθνικό επίπεδο να γνωρίζουμε ανά πάσα στιγμή τι είδη κουνουπιών και σε τι αριθμό υπάρχουν σε περιοχές ψηλού κινδύνου ή αυξημένου ενδιαφέροντος, παρά να εστιάζουμε κυρίως σε μέτρα αντιμετώπισης. Δηλαδή χρειαζόμαστε να γνωρίζουμε τι είδη κουνουπιών θέλουμε να διαχειριστούμε, ποια η εξάπλωσή τους, ποια η πυκνότητά τους, ποιοι παράγοντες επηρεάζουν τα είδη ενδιαφέροντος και πόσο αποδοτικά είναι τα μέτρα που λαμβάνονται μέχρι στιγμής. Δυστυχώς η τελευταία καταγραφή όλων των ειδών κουνουπιών που έχουμε έγινε πριν μια δεκαετία και από τότε πολλά έχουν αλλάξει που να δικαιολογούν διαφορετική εξάπλωση των ειδών. Επίσης δεν έχουμε ποσοτικά κριτήρια με τα οποία να αξιολογούμε την αποδοτικότητα των δράσεων μας. Αυτό θα οδηγούσε στον καλύτερο σχεδιασμό και ιεράρχηση των δράσεων, με τελικά πιο αποτελεσματικά προγράμματα διαχείρισης των πληθυσμών. Σε αυτό υπάρχει μεγάλο πεδίο συνεργασίας μεταξύ πολιτείας και ακαδημαϊκών ιδρυμάτων.
Πολύ σημαντικό όμως για να δίνονται προτεραιότητα σε αυτά τα θέματα είναι να το ζητούν οι πολίτες. Δηλαδή να μην εφησυχάζεται ο πολίτης μόνο όταν βλέπει να γίνονται ψεκασμοί με αεροπλάνα, αλλά να ρωτά καθόλη τη διάρκεια της χρονιάς πώς παρακολουθούνται αυτοί οι πληθυσμοί και αν έχουμε κάνει ως πολιτεία όλα τα προηγούμενα στάδια για να ελαχιστοποιήσουμε τη χρήση τόσο έντονα επεμβατικών δράσεων για τη διαχείριση αυτών των θεμάτων. Και για να μπορούν να το κάνουν αυτό οι πολίτες χρειάζεται να είναι εγγράμματοι σε θέματα περιβαλλοντικής επιστήμης και τεχνολογίας. Αυτό θα δημιουργούσε την απαραίτητη πίεση σε αυτούς που λαμβάνουν αποφάσεις να επενδύουν με πιο ομοιόμορφο τρόπο σε όλα τα στάδια της παρακολούθησης και διαχείρισης.
Στα πλαίσια του προγράμματος ΑΙΓΙΣ με τίτλο «Ανάπτυξη Διασυνοριακού Ολοκληρωμένου Καινοτόμου Ευφυούς Συστήματος Διαχείρισης Πόρων, Λήψης Αποφάσεων και Εκπαίδευσης στην Αντιμετώπιση Φυσικών και Τεχνολόγικων Καταστροφών και Ανθρωπογενών και Κοινωνικών Κρίσεων» ετοιμάζουμε μοντέλα πρόβλεψης, με τα οποία θα γίνεται εκτίμηση με ποσοτικούς όρους για τον κίνδυνο επανεμφάνισης ελονοσίας και του ιού του Δυτικού Νείλου με τα υπάρχοντα δημοσιευμένα δεδομένα. Αυτά τα εργαλεία στη συνέχεια θα είναι διαθέσιμα για να ξαναχρησιμοποιηθούν κάθε φορά που υπάρχουν νέα δεδομένα.
Ενεργός είναι και ο ρόλος μας όσον αφορά τη δημιουργία των μελλοντικών εγγράμματων πολιτών αλλά και στην παραγωγή εφαρμοσμένων εργαλείων που να βοηθούν στη λήψη αποφάσεων με αντικειμενικά και μετρήσιμα κριτήρια.
της Δρ Μάρλεν Ι. Βάσκες Ειδικό Εκπαιδευτικό Προσωπικό
Τμήμα Χημικής Μηχανικής, Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου